Το πρώτο βήμα έγινε. Στο Λβιβ, προ ημερών, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, η Ουκρανία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Εσθονία, η Λετονία, η Σλοβακία και η Ρουμανία με τη στήριξη της Κομισιόν και με την αρωγή του Eurojust, του Οργανισμού της ΕΕ για τη Συνεργασία στον Τομέα της Ποινικής Δικαιοσύνης, έστησαν τον πρώτο μηχανισμό για τη διερεύνηση των αναρίθμητων εγκλημάτων πολέμου του ρωσικού καθεστώτος στην Ουκρανία, αλλά και την προσαγωγή των υπευθύνων στη Δικαιοσύνη.
Ο δρόμος παραμένει μακρύς μέχρι την πραγμάτωση του τελευταίου ειδικά. Και εάν και κανείς δεν μπορεί να πει εάν τόσο ο Πούτιν όσο και οι υπόλοιποι των εγκληματιών του Κρεμλίνου θα βρεθούν ποτέ ενώπιον της διεθνούς Δικαιοσύνης για τα όσα διέπραξαν, η απόδοση δικαιοσύνης είναι -όσο παράξενο κι αν ακούγεται εκ πρώτης- ένα τελείως διαφορετικό κεφάλαιο.
Γιατί αυτή έχει να κάνει με τη λεπτομερή στοιχειοθέτηση όλων των εγκλημάτων με αποδεικτικά στοιχεία και με την έναρξη και ολοκλήρωση της διαδικασίας ενώπιον των αρμόδιων διεθνών σωμάτων. Ήδη έχει γίνει τεράστια δουλειά στη συλλογή των στοιχείων αυτών από την εκδήλωση κιόλας της ρωσικής εισβολής.
Το εάν λοιπόν θα ευτυχήσουμε ποτέ να δούμε τον Πούτιν, τον Λαβρόφ και τα υπόλοιπα υποκείμενα του αιμοσταγούς καθεστώτος στο διεθνές δικαστήριο, είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να το πει και, ομολογουμένως, κάτι που δύσκολα φαντάζεται κανείς υπό τις σημερινές περιστάσεις. Όμως, η ουσία είναι να δικαστούν και να καταδικαστούν ακόμα κι αν δεν συλληφθούν ποτέ ή εάν πεθάνουν πριν την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει, όπως έγραψα και πριν τη διαδικασία. Αλλά εδώ συμβαίνει το αντίστροφο αυτού που μόλις λέγαμε. Εδώ, η συμβολική διάσταση όχι μόνο δεν είναι εξίσου σημαντική και μάλλον σημαντικότερη της πρακτικής αλλά αντιθέτως, εδώ, έχει πολύ μικρότερη αξία εκεί όπου δεν καταγράφεται στην πράξη ή εκεί όπου καταγράφεται μεν αλλά είναι πασιφανές ότι αυτό γίνεται υπό πίεση. Πόσω μάλλον όταν γίνεται καθαρά τυπικά όμως, ουσιαστικά δεν ισχύει το ίδιο.
Η Κύπρος και η Ουγγαρία ή, για να είμαστε δίκαιοι, η Ουγγαρία και η Κύπρος, παραμένουν τα μαύρα πρόβατα της ΕΕ σε σχέση με το ουκρανικό.
Η Κύπρος δεν έχει φυσικά προβάλει προσκόμματα στην προώθηση της ενότητας και της ομοθυμίας ανάμεσα στα μέλη της ΕΕ. Μάλιστα, ο τέως Πρόεδρός μας, συγχέοντας ως συνηθίζει τα ιδιωτικά (και τα ιδιοτελή) συμφέροντα με αυτά της χώρας, ισχυριζόταν μέχρι και πρόσφατα ότι έχουμε υποστεί κάποιο σοβαρό πλήγμα από τη διασάλευση των σχέσεων με τη Ρωσία λόγω των όσων κάναμε τάχα, όταν κάτι τέτοιο δεν συνέβη και εκεί όπου συνέβη καλύφθηκε και ενίοτε υπερκαλύφθηκε η ζημιά.
Παρόλο λοιπόν που δεν υπάρχει ούτε βάση αλλά ούτε και διάθεση σύγκρισης της ουγγρικής στάσης με την κυπριακή, οφείλουμε για σκοπούς προστασίας και μόνο της καταρρακωμένης πλέον εικόνας της χώρας μας διεθνώς, να παραδεχθούμε ότι η απόσταση που μας χωρίζει από τα πλείστα άλλα κράτη της ΕΕ στο ουκρανικό είναι τεράστια και σίγουρα δεν βοηθά, ειδικά ένα κράτος το οποίο καταθέτει και... ηθικά επιχειρήματα για την εθνική του υπόθεση πέραν των αυστηρά πολιτικών.
Δεν είναι μόνο οι συνεχείς αποκαλύψεις για τις παρασκηνιακές μας σχέσεις με αυτό το εγκληματικό καθεστώς και την απόκρυψη περιουσιακών του στοιχείων που μας εκθέτουν. Είναι και πολλά άλλα τα οποία σίγουρα δεν βοηθούν την προσπάθειά μας να επικαλεστούμε το διεθνές δίκαιο το οποίο, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, δεν είναι και ιδιαίτερα πειστικό ως επιχείρημα όταν μια χώρα το επικαλείται μόνο όταν της συμφέρει.
Έναν χρόνο μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, μαζί και της μοναδικής θηριωδίας η οποία μπορεί να συγκριθεί με τα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας μετά από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Κύπρος απλά επικυρώνει τυπικά τα όσα αποφασίζουν οι άλλοι μας εταίροι, κρατώντας με ντροπιαστική μάλιστα επιμέλεια ξεκάθαρες αποστάσεις, μήπως και δυσαρεστήσει τη Μόσχα του Πούτιν.
Κανείς δεν λέει ότι θα ήταν λογικό ή θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά μας να βγαίναμε πρώτοι μπροστά ή ότι έχουμε το εκτόπισμα να το πράξουμε, όμως αλήθεια, γιατί είναι η Κύπρος η μοναδική χώρα της ΕΕ της οποίας ο ηγέτης δεν έχει πάει στο Κίεβο τον χρόνο που πέρασε; Γιατί δεν έχει πάει ούτε η πρόεδρος του κοινοβουλίου μας, ούτε κανείς άλλος;
Σε ποια πρωτοβουλία στήριξης του ουκρανικού λαού έλαβε ενεργά, όχι τυπικά, μέρος η Λευκωσία; Πιστεύει κάποιος ότι θα το πράξει; Εδώ δεν ξέρω, αλλά σίγουρα στην ΕΕ δεν το πιστεύει κανείς.
Όσο για το επιχείρημα της ντροπιαστικότερης όλων στήριξης ενός πολύ μεγάλου μέρους της κοινής μας γνώμης στη ρωσική επιθετικότητα -είτε αυτή ξεκινά από ακροαριστερά είτε από ακροδεξιά, φασιστικά σε κάθε περίπτωση, καμένα εγκεφαλικά κύτταρα- το βασικό ερώτημα είναι το εξής: πόση θα ήταν αυτή η υποστήριξη εάν ο πολιτικός κόσμος και τα ΜΜΕ ενημέρωναν σωστά τον κόσμο για το τι γίνεται στην Ουκρανία, αντί με ναι μεν αλλά; Πόση θα ήταν αυτή η ενημέρωση εάν τουλάχιστον είχαν τηρηθεί τα ελάχιστα προσχήματα και όσα η βασικότερη των ηθικών υποχρεώσεων μιας χώρας που αγωνίζεται -όντως ή τάχα- για το δίκαιό της επίτασσε;
Αλήθεια, και δεδομένου ότι τώρα ξεκινά αυτή η νέα πρωτοβουλία από την ΕΕ για την προσαγωγή των εγκληματιών ενώπιον της διεθνούς Δικαιοσύνης, η κυβέρνηση, η νέα κυβέρνηση και ο νέος Πρόεδρος, η Βουλή και όλοι οι υπόλοιποι σκοπεύουν άραγε να αλλάξουν κάπως στάση και να σταματήσουν να είναι οι βουβοί και οι άβουλοι θεατές της Ευρώπης; Σκοπεύουν να βοηθήσουν πρακτικά να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να αλλάξει και η κακή μας εικόνα;
Ή απλώς θα περιμένουν να ζητήσουν και πάλι τη βοήθεια της Ευρώπης για τα δικά μας, επικαλούμενοι το… διεθνές δίκαιο;
Και με τι μούτρα, αλήθεια;